Δεν χωρεί αμφιβολία ότι η πνευματική ιδιοκτησία, ως μέσο προστασίας της πνευματικής δημιουργίας βρίσκεται σε άμεση αλληλεπίδραση με την τεχνολογική πρόοδο και εξελίσσεται παράλληλα με αυτήν. Οι τεχνολογικές εξελίξεις οδηγούν διαχρονικά αφενός στη δημιουργία νέων μορφών έργων και νέων τρόπων διάδοσης αυτών, αφετέρου δε στην εμφάνιση πολύτροπων προσβολών των πνευματικών δημιουργημάτων.
Ήδη από το 1993, όταν και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά ο όρος “κοινωνία της πληροφορίας”, είχε γίνει αντιληπτό ότι η συλλογή, επεξεργασία και διάδοση πληροφοριών συνιστούσε το κλειδί για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη μιας κοινωνίας που χαρακτηρίζεται από την τεχνολογική πρόοδο. Στο πλαίσιο των νέων τεχνολογιών και καινοτομιών, θέση καίριας σημασίας κατέχει το διαδίκτυο.
Ένα φαινόμενο της σύγχρονης εποχής που λαμβάνει χώρα με μεγάλη ένταση είναι ότι πολλοί τομείς της ζωής, όπως η επικοινωνία, οι κοινωνικές σχέσεις, οι συναλλαγές, οι υπηρεσίες, αλλά και οι έννομες σχέσεις αποκτούν μια διαφορετική, άυλη μορφή ως απότοκο της άυλης φύσης των δικτύων και του διαδικτύου. Ουσιαστικά, τείνουν να χάνουν τον υλικό τους χαρακτήρα και να μεταφέρονται στο περιβάλλον του διαδικτύου, μέσω πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης, πλατφορμών δημιουργίας περιεχομένου, ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Παρομοίως, οι νέες τεχνολογίες, τα δίκτυα και το διαδίκτυο έφεραν επανάσταση και στον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων. Τεχνικά και τεχνολογικά μέσα συμβάλλουν καθοριστικά στην υλοποίηση, εκτέλεση και αποτύπωση πνευματικών δημιουργημάτων και συγγενικών δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται επί αυτών. Παράλληλα, και δεδομένου ότι η κοινωνική αλλά και οικονομική υπόσταση του δημιουργού εξαρτώνται από την αναγνώρισή του από το κοινό, σκοπός του δημιουργού είναι η κυκλοφορία του έργου του και η επικοινωνία αυτού στο ευρύ κοινό.
Στο πλαίσιο αυτό, δεν χωρεί αμφιβολία ότι η χρήση και εκμετάλλευση του διαδικτύου από τον δημιουργό συνιστούν το πιο αποτελεσματικό μέσο για την επίτευξη αυτού του σκοπού και την ευρεία διάδοση του έργου του. Συνεπώς, η τεχνολογία αξιοποιείται τόσο ως ένα αυτοτελές μέσο σύνθεσης έργων, όσο και ως μέσο διάχυσης των έργων στην κοινότητα. Ωστόσο, στην άλλη πλευρά του νομίσματος το τεχνολογικό αυτό περιβάλλον αποτελεί έναν χώρο, όπου η προσβολή των δικαιωμάτων των δημιουργών καθίσταται ευχερέστερη και συνεπώς εμφανίζεται συχνότερα και με μεγαλύτερη ένταση. Αντίθετα, ο δημιουργός βρίσκεται σε πλήρως ασθενή θέση, καθώς η διαχείριση της πορείας του έργου του γίνεται ιδιαίτερα δύσκολη έως και αδύνατη.
Στο πλαίσιο αυτό, τόσο τα έργα με την παραδοσιακή τους έννοια, όσο και οι ειδικές κατηγορίες έργων, όπως οι βάσεις δεδομένων και τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή καθίστανται αντικείμενο παράνομης αναπαραγωγής, παράνομης παρουσίασης στο κοινό ή εξαγωγής. Η χρήση του λογισμικού peer to peer, αλλιώς p2p, κατέχει αναμφίβολα μεγάλο μερίδιο στο πεδίο των προσβολών της πνευματικής ιδιοκτησίας στο διαδίκτυο.
Η τεχνολογία peer to peer είναι άμεσα συνυφασμένη με την προσβολή των πνευματικών δικαιωμάτων, καθότι επιτρέπει στους χρήστες από οποιοδήποτε μέρος του πλανήτη αφενός να κατεβάσουν στον υπολογιστή τους αρχεία, όπως μουσική, ταινίες, προγράμματα υπολογιστών ή βάσεις δεδομένων, αφετέρου δε να ανεβάσουν στο δίκτυο p2p ψηφιακά έργα, λειτουργώντας ως πάροχοι αυτών σε έναν απεριόριστο αριθμό χρηστών, χωρίς ωστόσο να έχουν λάβει άδεια από τον πνευματικό δημιουργό και χωρίς να έχουν καταβάλει χρηματική αμοιβή σε αυτόν.
Σχετικά με το σύστημα peer to peer έκρινε το Εφετείο Αθηνών με την υπ’ αριθμ. 6613/2016 απόφασή του. Η υπόθεση αφορούσε την από κοινού από τους κατηγορούμενους τέλεση της παράβασης της παρ.1 του άρθρου 66 του ν. 2121/93, με την μορφή του ότι κατέστησαν προσιτά στο κοινό, δηλαδή παρουσίασαν στο κοινό, προστατευόμενα έργα, χωρίς την άδεια των δημιουργών και των κατόχων των αντίστοιχων δικαιωμάτων, με ιδιαίτερα μεγάλη ζημία των παθόντων και ενεργώντας κατ’ επάγγελμα, καθόσον είχαν δημιουργήσει και συντηρούσαν ένα δίκτυο ομότιμων κόμβων - peer to peer, ενώ όλοι οι λοιποί ως προέχοντα μέλη αυτού το τροφοδοτούσαν σε μεγάλη έκταση. Ειδικότερα, μέσω διαδικτυακής διεύθυνσης, οι κατηγορούμενοι προέβησαν σε 3.200.000 ολοκληρωμένες λήψεις αρχείων οπτικοακουστικών έργων με περιεχόμενο κινηματογραφικές ταινίες, τηλεοπτικές σειρές, τραγούδια, ηλεκτρονικά παιχνίδια, προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών κλπ, τα οποία αρχεία αφού αποθήκευσαν στους προσωπικούς τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, διέθεσαν στη συνέχεια και επέτρεψαν την εγγραφή τους (downloading) σε άλλους χρήστες του διαδικτύου μέσω των προγραμμάτων ανταλλαγής αρχείων με πρωτόκολλο torrent, η δε οικονομική ζημία που προκλήθηκε στις εγκαλούσες εταιρείες από την παράνομη αυτή δραστηριότητά τους, ανήλθε στο ποσό των 15.000.000 €.
Στο σκεπτικό της απόφασης αναλύεται η λειτουργία του δικτύου p2p και ειδικότερα υπό τη μορφή του πρωτοκόλλου Bit Torrent. Συγκεκριμένα στο πλαίσιο της λειτουργίας αυτών των δικτύων :
1. δημιουργείται από τον ίδιο τον κάτοχο ενός ψηφιοποιημένου έργου, το οποίο ο κάτοχός του επιθυμεί να το κάνει προσιτό σε περισσότερους άγνωστους χρήστες, ένα αρχείο torrent και επισυνάπτεται στο έργο αυτό, παραμένοντας αποθηκευμένο στον υπολογιστή του,
2. επίσης ένα αντίστοιχο αρχείο torrent, που δεν περιέχει το ίδιο το έργο αλλά μεταδεδομένα, δηλαδή πληροφορίες για το έργο αυτό, αναρτάται σε ιστότοπο ( σάιτ ), που έχει δομή ευρετηρίου και περιέχει ίδια αρχεία torrent άλλων έργων ή και του ίδιου έργου που αναρτήθηκαν από άλλους χρήστες,
3. το ίδιο σάιτ διαθέτει έναν ιχνηλάτη ( tracker ), δηλαδή πρόγραμμα, μέσω του οποίου κάθε ενδιαφερόμενος χρήστης μπορεί να πλοηγηθεί στο ευρετήριο του σάιτ με τα αρχεία torrent και να εντοπίσει εκείνο ή εκείνα που αντιστοιχούν στο έργο που τον ενδιαφέρει,
4. ο εκάστοτε αναζητητής μπορεί, αφού εντοπίσει το αρχείο που τον ενδιαφέρει, να επιλέξει και ενεργοποιήσει το αντίστοιχο με αυτό torrent στο σάιτ - ευρετήριο και να πραγματοποιήσει, μέσω ενός εκτελεστικού πρωτοκόλλου Bit-torrent, ψηφιακή κλήση ώστε να αποκαταστήσει άμεση επικοινωνία του υπολογιστή του με τους υπολογιστές των χρηστών που κατέχουν το έργο που τον ενδιαφέρει και οι οποίοι είχαν ανεβάσει στο σάιτ - ευρετήριο τα αντίστοιχα torrent και
5. στην επικοινωνία αυτή επιτυγχάνει να αντλήσει/κατεβάσει αποσπασματικά αντίγραφα του έργου από όλους τους χρήστες, που είχαν καταχωρίσει μέσω αντίστοιχων torrent το υπόψη έργο στο σάιτ - ευρετήριο, και τελικά ολόκληρο το έργο, με μεγαλύτερη της συνήθους ταχύτητα, αφού η άντληση ( κατέβασμα ) γίνεται από περισσότερες πηγές συγχρόνως. Έτσι επιτυγχάνεται η μεταφόρτωση μεγάλου όγκου δεδομένων στο μικρότερο δυνατό χρόνο. Εάν ο αναζητητής ενός έργου χρήστης είναι συγχρόνως κάτοχος άλλων έργων, για τα οποία έχει δημιουργήσει αντίστοιχα αρχεία torrent και τα έχει αναρτήσει στο ίδιο σάιτ - ευρετήριο, μπορεί, αν έχει ανοιχτό τον υπολογιστή του για το κατέβασμα του έργου που τον ενδιαφέρει, να λειτουργεί ως πηγή κατεβάσματος για άλλους χρήστες, ως προς εκείνα τα έργα που έχει αποθηκευμένα στον υπολογιστή του και είναι καταχωρημένα μέσω αντίστοιχων torrents στο ίδιο σάιτ - ευρετήριο.
Ελλείψει σχετικής ελληνικής νομολογίας, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του την απόφαση του ΔΕΕ της 13-2-2014 στην υπόθεση υπ’ αριθ. C-466/12 Nils Svensson κλπ. κατά Retriever Sverige AB, αναφορικά με τον προσδιορισμό της έννοιας του κοινού. Σύμφωνα με την κρίση του ΔΕΕ παρουσίαση σε νέο κοινό υφίσταται όταν γίνεται απεύθυνση σε κοινό προς το οποίο δεν απέβλεψε ο δικαιούχος όταν επέτρεψε την αρχική παρουσίαση του έργου του.
Περαιτέρω, κρίσιμο στοιχείο για την κατάφαση της ενοχής των κατ/νων ήταν η γνώση τους αν τα διαμοιραζόμενα αρχεία είχαν αποκτηθεί από άλλους χρήστες χωρίς την άδεια ή την συναίνεση των δημιουργών ή των κατόχων των πνευματικών δικαιωμάτων τους. Προς τούτο το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του την απόφαση υπ’ αριθ. C-348/13 του ΔΕΕ, η οποία αφορούσε την τοποθέτηση υπερσυνδέσμων. Σύμφωνα με αυτή, όταν αποδεικνύεται πως η τοποθέτηση των υπερσυνδέσμων γίνεται για κερδοσκοπικό σκοπό, η γνώση ότι το έργο έχει καταστεί ελεύθερα διαθέσιμο στον ιστότοπο της προελεύσεως, χωρίς ο κάτοχος του δικαιώματος του δημιουργού επ’ αυτού να έχει δώσει την άδεια ή συναίνεσή του, τεκμαίρεται και το τεκμήριο αυτό είναι μαχητό.
Εν προκειμένω, το Δικαστήριο απεφάνθη ότι η γνώση των ιδρυτών και ενεργών μελών της ιστοσελίδας περί της έλλειψης άδειας ή συναίνεσης των δημιουργών έγκειται στον τεράστιο όγκο δεδομένων που διακινούνταν, στο ότι παρότρυναν τους χρήστες να διατηρούν υψηλή αναλογία ανεβασμάτων σε σχέση με τα κατεβάσματα, καθώς και στο ότι οι ενέργειες των ανωτέρω είχαν κερδοσκοπικό σκοπό με τη χρήση διαφημίσεων, τις οποίες επίσης αποδεδειγμένα καταχωρούσαν έναντι αντιτίμου ανά κάθε μία οπτική επαφή χρήστη, που συνολικά απέφερε εξαιρετικά μεγάλα έσοδα.
Ενόψει των ανωτέρω, ο ιδρυτής του site καθώς και τρία πλέον ενεργά μέλη του με υψηλή αναλογία ανεβασμάτων προς κατεβάσματα, χωρίς τα οποία δεν θα μπορούσε να είχε λειτουργήσει επιτυχώς το site για τον παράνομο σκοπό του κρίθηκαν ένοχοι ως συναυτουργοί δεδομένου ότι η δράση τους θεωρήθηκε ως κατανομή εργασίας στα πλαίσια της ίδιας εγκληματικής συμπεριφοράς.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η ορολογία που χρησιμοποίησε το Δικαστήριο για την περιγραφή της λειτουργίας του δικτύου peer to peer με χρήση του πρωτοκόλλου Bit Torrent παραπέμπει κατά πολλοίς στην εξουσία on demand (ψηφιακή κλήση) ψηφιακής διάχυσης με άμεση επικοινωνία. Πράγματι, καταφάσκεται προσβολή της εξουσίας αυτής με το σύστημα Bit Torrent, πλην όμως μόνο κατά το αρχικό στάδιο, όπως συνέβη και εν προκειμένω, όπου το αρχείο που περιέχει έργο προστατευόμενο από την πνευματική ιδιοκτησία τίθεται προς διάθεση στο internet και εξάπλωση δια του Bit Torrent μέσω σταθερής πηγής, δηλαδή συγκεκριμένου server ή προσωπικού υπολογιστή. Αντίθετα, στην μετέπειτα πορεία του αρχείου δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προσβάλλεται η εξουσία ψηφιακής διάχυσης, παρά μόνο αυτή της παρουσίασης στο κοινό. Τούτο, διότι στην εφαρμογή Bit Torrent οι χρήστες ανταλλάσουν κατατμημένα αρχεία – κομμάτια του κύριου αρχείου (με ταυτόχρονο uploading και downloading) μεταξύ τους και όχι από συγκεκριμένη σταθερή διαδικτυακή πηγή. Βέβαια, υποστηρίζεται και η αντίθετη άποψη σύμφωνα με την οποία τα συστήματα peer to peer εν γένει θίγουν την περιουσιακή εξουσία της ψηφιακής διάχυσης. Πλην, όμως, των ανωτέρω εξουσιών, προσβάλλεται και η εξουσία φευγαλέας αναπαραγωγής, καθώς όταν το ψηφιακό έργο κατά τη διαδικασία του uploading και downloading μετακινείται από τον προσωπικό υπολογιστή ενός χρήστη στον προσωπικό υπολογιστή έτερου χρήστη, το αρχείο που εμπεριέχει προστατευόμενο έργο αναπαράγεται προσωρινά στη μνήμη RAM του υπολογιστή.
Ο προσδιορισμός της συγκεκριμένης εξουσίας που προσβάλλεται από την παραβατική συμπεριφορά του δράστη αποκτά ιδιαίτερο νόημα στο πεδίο της ποινικής διαδικασίας και συγκεκριμένα στο τοπίο της διχογνωμίας που υπάρχει αναφορικά με το αν πρόκειται για σωρευτικά ή υπαλλακτικά μικτό έγκλημα. Τόσο στη νομολογία όσο και στη θεωρία έχουν υιοθετηθεί αμφότερες οι απόψεις.
Αφενός υποστηρίζεται ότι η προσβολή κάθε επιμέρους εξουσίας αποτελεί και διακριτή εγκληματική μονάδα του αυτού εννόμου αγαθού της πνευματικής ιδιοκτησίας, οπότε καταφάσκεται ότι πρόκειται για σωρευτικώς μικτό έγκλημα και επισύρεται η βαρύτερη ποινή της αληθινής πραγματικής συρροής περισσότερων αδικημάτων. Προς αυτή την κατεύθυνση έκρινε ο Άρειος Πάγος με την 307/2008 απόφαση, όπου ανέδειξε την διεθνή κινητοποίηση για αυστηρότερη και αποτελεσματικότερη προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας και απεφάνθη ότι : “ …προκύπτει ότι το άρ. 66 παρ. 1 καθιερώνει έγκλημα αυτεπαγγέλτως διωκόμενο και σωρευτικώς μικτό για την προστασία του εννόμου αγαθού της πνευματικής ιδιοκτησίας από διάφορους τρόπους προσβολής της, καθένας από τους οποίους συνιστά αυτοτελές έγκλημα προσβολής του αυτού εννόμου αγαθού.”
Αφετέρου προβάλλει το επιχείρημα ότι στον ίδιο υλικό φορέα του πνευματικού έργου μπορούν εκ φύσεως να τελεστούν περισσότερες προσβολές, όπως αναπαραγωγή, παρουσίαση, πώληση και συνεπώς πρόκειται για υπαλλακτικώς μικτό έγκλημα σε αντίθεση με τα ήδη γνωστά σωρευτικώς μικτά εγκλήματα, όπου δεν είναι εφικτό στο αυτό υλικό αντικείμενο να συντρέχουν περισσότεροι διαφορετικοί τρόποι τέλεσης της προσβολής. Χαρακτηριστική είναι η απόφαση Τριμ Πλημ Λευκ 506/2002, σύμφωνα με την οποία “όταν ανάμεσα στις δύο πράξεις υφίσταται μία εξελικτική πορεία που κατατείνει στον ίδιο σκοπό –κατοχή με σκοπό τη θέση σε κυκλοφορία και θέση σε κυκλοφορία- τότε βάσιμα μπορεί να υποστηριχθεί ότι πρόκειται εδώ για ταυτότητα του εννόμου αγαθού και για φαινομενική πραγματική συρροή όπου εφαρμόζεται η αρχή της απορρόφησης”.
Παρατηρείται ότι πράγματι έχει διαμορφωθεί ένα νομικό πλαίσιο για την ποινική προστασία των δημιουργών αφενός αρκετά ευρύ και περιεκτικό από άποψη συμπερίληψης ποικίλων μορφών προσβολής των εξουσιών του δημιουργού, αφετέρου δε ιδιαίτερα αυστηρό με σκοπό την καταστολή της εγκληματικής δραστηριότητας εις βάρος της πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων. Ιδίως μέσα από τη διάταξη του άρθρου 66Α διαπιστώνουμε ότι ο νομοθέτης δεν αρκείται μόνο στην τιμώρηση της παράνομης πρόσβασης στο ψηφιακό έργο, αλλά τιμωρεί και την προγενέστερη πράξη της εξουδετέρωσης τεχνολογικών μέτρων που έχουν τεθεί για την προστασία του έργου από την παράνομη πρόσβαση και αντιγραφή αυτού. Υπό αυτό το πλαίσιο, συμπεραίνουμε ότι ο νομοθέτης επιδιώκει να καταστήσει σαφές στους επίδοξους παραβάτες ότι ακόμη κι αν προσπαθήσουν να αποκτήσουν πρόσβαση σε ένα ψηφιακό έργο και συνακόλουθα θέσουν σε διακινδύνευση την περιουσιακή εξουσία του δημιουργού, θα τιμωρηθούν εξίσου αυστηρά.